Του Σπύρου Δημητρέλη
Αναλυτικές οδηγίες και διευκρινίσεις για ζητήματα που έχουν εμφανιστεί από την θέσπιση της ρύθμισης των 120 δόσεων έως και σήμερα εξέδωσε με εγκύκλιο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Με την εγκύκλιο ουσιαστικά κοινοποιούνται και σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες τα κυριότερα σημεία και χαρακτηριστικά της ρύθμισης. Αυτά είναι τα εξής:
I. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
about:blank
Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute
Α) Υποχρεωτικά:
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων) και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
Β) Μετά από επιλογή του οφειλέτη:
Ληξιπρόθεσμες έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλές, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης και
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου
β) έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών κατά τις διατάξεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α’), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α’) ή σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α’), η οποία είναι σε ισχύ.
Επισημάνσεις:
-Στη ρύθμιση υπάγονται και οφειλές που βεβαιώθηκαν έως την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής, εφόσον αυτές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως την 31η Δεκεμβρίου 2018.
-Στην περίπτωση υπαγωγής στη νέα ρύθμιση ήδη ρυθμισμένων κατά την ημερομηνία της αίτησης οφειλών με τις διατάξεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994, επέρχεται απώλεια των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής χρεών και των ευεργετημάτων αυτών. Η απώλεια επέρχεται αυτοματοποιημένα με την επικύρωση της νέας ρύθμισης, δηλαδή μετά την πίστωση της πρώτης δόσης αυτής. Σε περίπτωση που στις ρυθμίσεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994, περιλαμβάνονται οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση, οι τελευταίες δύνανται να τακτοποιηθούν από τον οφειλέτη κατά νόμιμο τρόπο με εκ νέου υπαγωγή τους στις ανωτέρω ρυθμίσεις ή με υπαγωγή τους σε άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τους οικείους όρους και προϋποθέσεις.
-Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε λοιπές ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών, οι οποίες είναι σε ισχύ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση, δεν δύνανται να υπαχθούν σε αυτή. Ειδικά, όμως, στις περιπτώσεις των οφειλών που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α’) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α’) ή σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62 Α’) και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών αποφάσεων, η υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση αποκλείεται όχι μόνο όταν η προηγούμενη ρύθμιση είναι σε ισχύ αλλά και μετά την απώλεια αυτής, εφόσον η απώλεια έλαβε χώρα μετά την κατάθεση του σχεδίου του παρόντος νόμου στη Βουλή, δηλαδή μετά τις 6/5/2019 (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο III γ της παρούσας ενότητας).
-Οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση υπέρ νομικών προσώπων και τρίτων υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 98-109 του ν. 4611/2019.
-Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας/ενός Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.
-Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει να υπαγάγει στη ρύθμιση ορισμένες μόνο από τις προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση για την υπαγωγή υποβάλλεται στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Υπηρεσία. Στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Υπηρεσία υποβάλλεται η αίτηση και στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει ευθύνη για την καταβολή μέρους προαιρετικά εντασσόμενης στη ρύθμιση οφειλής.
ΙΙ. Δικαιούχοι υποβολής αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση
Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής. Στη ρύθμιση δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους όρους:
α) ο πρωτοφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται),
β) τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη, κατά το μέρος της ευθύνης τους. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, δύνανται να υπαγάγουν τις οφειλές αυτές σε πρόγραμμα ρύθμισης που προβλέπεται για το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα με το σύνολο των όρων και προϋποθέσεων της ρύθμισης αυτού, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 4611/2019 και της κατ’ εξουσιοδότηση σχετικής Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Α.1196/2019 (ΦΕΚ 1762 Β’) (π.χ. διευθύνων σύμβουλος, εφόσον έχει ευθύνη καταβολής για χρέη της Α.Ε. κατά τις κείμενες διατάξεις, μπορεί να ρυθμίσει τα χρέη αυτά σύμφωνα με το πρόγραμμα ρύθμισης που προβλέπεται για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δηλαδή σε έως 24 ή 36 δόσεις).
γ) οι κληρονόμοι αποβιωσάντων οφειλετών, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί συνυπευθυνότητας με τον οφειλέτη αλλά επιμεριστικής ευθύνης καταβολής κατά το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας,
δ) οι οφειλέτες σύζυγοι για φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματά του. Ομοίως και σε περίπτωση άλλων φόρων και τελών που προκύπτουν από κοινή δήλωση.
III. Εξαιρέσεις από την υπαγωγή στη ρύθμιση
α) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
β) Οφειλές οι οποίες, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δεν δύνανται να υπαχθούν σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών, όπως οι οφειλές που προκύπτουν λόγω ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών σε εφαρμογή του άρθρου 22 του ν.4002/2011, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμιστούν σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ.1β του ως άνω άρθρου.
γ) Οφειλές που είχαν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1-17 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α’) ή του άρθρου 51 του ν.4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α’) ή σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62 Α’) εφόσον οι ανωτέρω ρυθμίσεις απωλέσθηκαν, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων που τις διέπουν, μετά την 6η Μαΐου 2019 (ημερομηνία κατάθεσης στη Βουλή των Ελλήνων του σχεδίου νόμου του ν. 4611/2019).
IV. Ειδικότερα θέματα
Στην περίπτωση οφειλών που έχουν βεβαιωθεί στα Τελωνεία
α) Ρυθμίζονται:
i. οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών
ii. οφειλές που αφορούν πρόστιμα, πολλαπλά τέλη και ποινές για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας
iii. το 30% του ποσού της καταλογιστικής πράξης, το οποίο είναι απαιτητό με την κατάθεση προσφυγής κατά αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 150 του Τελωνειακού Κώδικα.
β) Δεν Ρυθμίζονται:
i. οφειλές, η προηγούμενη καταβολή των οποίων είναι προϋπόθεση για την έκδοση άδειας παράδοσης του εμπορεύματος.
ii. το 50% οφειλής, το οποίο είναι απαιτητό κατά την άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 31 του Τελωνειακού Κώδικα.
Επισήμανση:
Διευκρινίζεται ότι, στις περιπτώσεις των καταλογιστικών πράξεων που εκδίδονται στα Τελωνεία με υπόχρεα πρόσωπα πέραν του ενός, οι οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν από τους υπόχρεους -ο καθένας να ρυθμίσει, εφόσον το επιθυμεί, το σύνολο των οφειλών που αφορούν την προσωπική του υποχρέωση – υπό την αίρεση ότι η αλληλέγγυα υποχρέωση του δεν παύει μέχρι την αποπληρωμή της οφειλής από τους λοιπούς οφειλέτες ή αυτούς τους ίδιους.
ΕΝΟΤΗΤΑ Β
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
Ι. Υποβολή αίτησης – Προϋποθέσεις υπαγωγής – Καταβολή δόσεων
Α. Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής, έως και την 30η Σεπτεμβρίου 2019 (Απόφαση Α.1210/2019 ΦΕΚ Β’2091/05.06.2019).
Επισημάνσεις:
– Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986.
– Τυχόν εκκρεμής πίστωση ποσού έως πενήντα (50) ευρώ από καταβολή ή απόδοση που έχει διενεργηθεί πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν εμποδίζει την υποβολή της σχετικής αίτησης μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
– Σε περίπτωση που εκκρεμεί πίστωση ποσού άνω των πενήντα (50) ευρώ, η πίστωση διενεργείται κατά προτεραιότητα και η τυχόν εναπομείνασα οφειλή δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση.
Β. Εξαιρετικά, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η υποβολή της αίτησης ηλεκτρονικά, υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία, ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Επισήμανση:
Κατ’ εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία.
Γ. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι η καταβολή τουλάχιστον της πρώτης δόσης εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.
Τα αποδιδόμενα ποσά, μετά την υποβολή της αίτησης, από συμψηφισμό κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν, από παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη της πρώτης δόσης της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Επισημάνσεις:
– Εφόσον η πρώτη δόση δεν εξοφληθεί εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, ο αιτών μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως τη λήξη της προθεσμίας για υπαγωγή στη ρύθμιση του ν. 4611/2019, ήτοι τις 30.09.2019.
– Δεν υφίσταται περιορισμός ως προς το ύψος της οφειλής, η οποία δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση.
– Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης με την εξόφληση της πρώτης δόσης αυτής. Σημειώνεται ότι, εφόσον τα αποδιδόμενα ποσά από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, συμψηφισμό, παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ δεν έχουν αποδοθεί, επισπεύδεται η απόδοση αυτών εντός της ανωτέρω προθεσμίας των τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης με επιμέλεια του οφειλέτη.
– Τα ήδη αποδοθέντα ποσά κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη της πρώτης δόσης, έστω και αν εκκρεμεί η πίστωσή τους.
ΙΙ. Φορείς είσπραξης
Η καταβολή των δόσεων διενεργείται στους φορείς είσπραξης (όπως συνεργαζόμενες Τράπεζες, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ΕΛ.ΤΑ.), με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής (Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής – Τ.Ρ.Ο.) ή σε υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ. / Ελεγκτικό Κέντρο, Τελωνείο κατά περίπτωση). Ειδικά για τις τελωνειακές οφειλές που υπάγονται σε ρύθμιση η καταβολή διενεργείται με τη χρήση Ταυτότητας Πληρωμής είτε στο αρμόδιο Τελωνείο είτε ηλεκτρονικά.
Επισήμανση:
-Σε περίπτωση που υπάγονται στη νέα ρύθμιση οφειλές οι οποίες τελούσαν σε προηγούμενη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, οι δόσεις της οποίας καταβάλλονταν με εντολή αυτόματης χρέωσης λογαριασμού που τηρείται σε φορέα είσπραξης, ο φορολογούμενος θα πρέπει να απευθυνθεί στο φορέα είσπραξης για την αλλαγή της εντολής.
ΙΙΙ. Αρμοδιότητα
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου ή άλλης Υπηρεσίας, ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Στην περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, αρμόδιος για τα ανωτέρω ορίζεται ο τελευταίος, ανεξαρτήτως του ύψους της ρυθμιζόμενης οφειλής.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Ι. Ευεργετήματα υπέρ του οφειλέτη
Διακανονισμός πληρωμής – Απαλλαγές από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής
Οι βεβαιωμένες οφειλές δύνανται να ρυθμίζονται με καταρχήν άπαξ απαλλαγή ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή με ελάχιστο ποσό δόσης τα τριάντα (30) ευρώ.
Ειδικότερα:
A. Φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με συνολικό εισόδημα κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης, ήτοι τριάντα (30) ευρώ. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα του οφειλέτη (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό για τα φυσικά πρόσωπα και φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο για τα νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως αυτό προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 001 (Φορολογητέα Κέρδη) και από το πεδίο “Λοιπά έσοδα μη φορολογούμενα” του πίνακα 2Β του εντύπου Ν – Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων άρθρου 45 ν.4172/2013) κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ειδικότερα, το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, ως ακολούθως:
Για τμήμα εισοδήματος:
i) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
ii) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
iii) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
iv) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
ν) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
vi) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
vii) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
viii) πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στους οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται, για κάθε έναν από τους γονείς, κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013 και προκύπτουν από τους κωδικούς 003 και 004 του πίνακα 8 του εντύπου Ε1, ως εξής:
i) κατά μία (1) μονάδα για ένα τέκνο,
ii) κατά δύο (2) μονάδες για δύο τέκνα,
iii) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία τέκνα και άνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης, ήτοι τριάντα (30) ευρώ.
Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση για τα ανωτέρω πρόσωπα δεν μπορεί να είναι μικρότερος των δεκαοκτώ (18), με την επιφύλαξη του ελάχιστου ποσού δόσης.
Διευκρινίζεται ότι όσον αφορά στα φυσικά πρόσωπα, το εισοδηματικό κριτήριο που ορίζεται στο άρθρο 98 του ν. 4611/2019 για την υπαγωγή στην ρύθμιση περιλαμβάνει όλα τα ατομικά πραγματικά εισοδήματα φορολογούμενα, απαλλασσόμενα, φορολογούμενα με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς και ανεξάρτητα από το αν τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Δηλαδή, δεν περιλαμβάνονται τα τεκμαρτά εισοδήματα των δαπανών διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθώς και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίου που τυχόν προκύψει (διαφορά μεταξύ τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος που προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα).
Επίσης, στο ατομικό εισόδημα του φορολογούμενου (γονέας) περιλαμβάνεται και το εισόδημα του ανήλικου τέκνου του που προστίθεται και φορολογείται στο όνομα του γονέα με βάση την παρ.4 του άρθρου 11 του ν.4172/2013.
Επιπλέον απαλλαγές από προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής
Εάν ο οφειλέτης, φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής μεγαλύτερης της καταρχάς απαλλαγής κατά ποσοστό 10% που χορηγείται σε όλους τους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, και σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από το φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα.
Ειδικότερα:
α) για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό (20%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
β) για ποσοστό απομείωσης δόσεων τριάντα τοις εκατό (30%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%),
γ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων σαράντα τοις εκατό (40%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%),
δ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων πενήντα τοις εκατό (50%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%),
ε) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εξήντα τοις εκατό (60%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%),
στ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εβδομήντα τοις εκατό (70%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%),
ζ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ογδόντα τοις εκατό (80%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%),
η) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ενενήντα τοις εκατό (90%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%),
θ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
Επισημάνσεις:
– Στις ανωτέρω απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, ήτοι δέκα τοις εκατό (10%).
– Οφειλέτες φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολικό εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ για τους οποίους το πλήθος των δόσεων της ρύθμισης διαμορφώνεται σε μικρότερο των 18 δόσεων με βάση τους σχετικούς κλιμακωτούς συντελεστές υπολογισμού αυτού (π.χ. 16 δόσεις), αλλά, λόγω του ελάχιστου αριθμού δόσεων, τους χορηγείται ρύθμιση 18 μηνιαίων δόσεων, εφόσον επιθυμούν την υπαγωγή σε μικρότερο πλήθος δόσεων απ’ αυτές που τους προτείνει η Φορολογική Διοίκηση, τυγχάνουν επιπλέον απαλλαγής τόκων/προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με τα ανωτέρω ποσοστά απομείωσης σε συνάρτηση με το πλήθος δόσεων που αρχικά διαμορφώνεται από τους κλιμακωτούς συντελεστές (π.χ. 16 δόσεις).
Στην περίπτωση που το πλήθος δόσεων που προκύπτει, κατά τον υπολογισμό του ποσοστού απομείωσης του αρχικού πλήθους δόσεων, είναι το ίδιο για διαφορετικά ποσοστά απαλλαγής προσαυξήσεων, ο φορολογούμενος τυγχάνει απαλλαγής λαμβάνοντας υπόψη το μεγαλύτερο ποσοστό απαλλαγής προσαυξήσεων.
– Στην περίπτωση που οι ανωτέρω οφειλέτες (φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα) επιλέξουν σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνουν απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω ποσοστά απομείωσης.
-Αν τα νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών. Σε περίπτωση διακοπής εργασιών μετά την 1.1.2014, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα του έτους αυτού, όπως αυτό προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 001 (Φορολογητέα Κέρδη) και από το πεδίο “Λοιπά έσοδα μη φορολογούμενα” του πίνακα 2Β του εντύπου Ν (Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων άρθρου 45 ν.4172/2013), ενώ σε περίπτωση διακοπής εργασιών πριν από την 1.1.2014, λαμβάνεται υπόψη αυτό που προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 820 ή 013 (Σύνολο φορολογούμενου και απαλλασσόμενου εισοδήματος) του εντύπου Φ-01012 (Έντυπο δήλωσης για νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα). Εφόσον το νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών μετά την 31.12.2017, για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017. Τέλος, εφόσον το νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχει προβεί στη διακοπή πριν την 1.1.2013, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων.
– Σε περίπτωση που ο οφειλέτης φυσικό πρόσωπο δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού δόσης.
B. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:
Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Επισήμανση:
– Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες έως είκοσι τέσσερις (24) και άλλες έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται διακριτά.
Ειδικότερα:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως εικοσιτέσσερις (24) δόσεις: αα) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,
εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως είκοσι δύο (22) μηνιαίες δόσεις.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις:
αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) των προσαυξήσεων/τόκων εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,
εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
στστ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις.
Επισήμανση:
– Στις ανωτέρω απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, ήτοι δέκα τοις εκατό (10%).
– Στην περίπτωση που ο οφειλέτης (νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα) επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται.
Επισημάνσεις:
– Σε κάθε περίπτωση αλλαγής προγράμματος ρύθμισης η νέα ρύθμιση λαμβάνει νέα ταυτότητα πληρωμής (Τ.Ρ.Ο.), αποτελεί δε συνέχεια της αρχικής ρύθμισης.
– Η διάρκεια της ρύθμισης των βεβαιωμένων οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου κατόπιν αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής στην είσπραξη δεν δύναται να υπερβαίνει την ημερομηνία παραγραφής, όπως αυτή ορίζεται από το αλλοδαπό δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή οι οφειλές προς το αλλοδαπό δημόσιο δύνανται, με αίτηση που υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία, να ρυθμίζονται με διαφορετική Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής από τις λοιπές οφειλές.
– Με την υπαγωγή ή την εφάπαξ εξόφληση και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του ΚΦΔ και του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ.
– Οι απαλλαγές διενεργούνται επί των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής των άρθρων 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. και 53 του Κ.Φ.Δ., οι οποίοι υπολογίζονται κατά την είσπραξη, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση.
ΙΙ. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας
Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του στη Φορολογική Διοίκηση, μηνιαίας διάρκειας (με παρακράτηση ποσοστού, όπου απαιτείται), εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και της κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσας απόφασης ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013 (ΦΕΚ 3398 Β’), όπως ισχύουν.
Επισήμανση:
-Σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι σχετικές πληρωμές, ο αιτών οφείλει να προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής, για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας.
III. Αναβολή εκτέλεσης ποινής
Με την υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.
IV. Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης
Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης συμμορφώνεται με το πρόγραμμα αυτής και εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, όπως αναφέρονται στις αντίστοιχες Ενότητες της παρούσας, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εν γένει (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν ήδη επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί παραγγελίες κατάσχεσης, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από τις κατασχέσεις στα χέρια τρίτων καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Με την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
V. Δικαιώματα του Δημοσίου
Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση:
α) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του Δημοσίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
γ) να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, στις περιπτώσεις που απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου, το οποίο αναγράφεται επί του χορηγούμενου αποδεικτικού ενημερότητας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
δ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν.
Του Σπύρου Δημητρέλη
Αναλυτικές οδηγίες και διευκρινίσεις για ζητήματα που έχουν εμφανιστεί από την θέσπιση της ρύθμισης των 120 δόσεων έως και σήμερα εξέδωσε με εγκύκλιο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Με την εγκύκλιο ουσιαστικά κοινοποιούνται και σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες τα κυριότερα σημεία και χαρακτηριστικά της ρύθμισης. Αυτά είναι τα εξής:
I. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση
about:blank
Remaining Time-0:00
Fullscreen
Mute
Α) Υποχρεωτικά:
Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων) και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
Β) Μετά από επιλογή του οφειλέτη:
Ληξιπρόθεσμες έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλές, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης και
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου
β) έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών κατά τις διατάξεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α’), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170 Α’) ή σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α’), η οποία είναι σε ισχύ.
Επισημάνσεις:
-Στη ρύθμιση υπάγονται και οφειλές που βεβαιώθηκαν έως την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής, εφόσον αυτές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως την 31η Δεκεμβρίου 2018.
-Στην περίπτωση υπαγωγής στη νέα ρύθμιση ήδη ρυθμισμένων κατά την ημερομηνία της αίτησης οφειλών με τις διατάξεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994, επέρχεται απώλεια των ανωτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής χρεών και των ευεργετημάτων αυτών. Η απώλεια επέρχεται αυτοματοποιημένα με την επικύρωση της νέας ρύθμισης, δηλαδή μετά την πίστωση της πρώτης δόσης αυτής. Σε περίπτωση που στις ρυθμίσεις της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994, περιλαμβάνονται οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση, οι τελευταίες δύνανται να τακτοποιηθούν από τον οφειλέτη κατά νόμιμο τρόπο με εκ νέου υπαγωγή τους στις ανωτέρω ρυθμίσεις ή με υπαγωγή τους σε άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τους οικείους όρους και προϋποθέσεις.
-Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε λοιπές ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών, οι οποίες είναι σε ισχύ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση, δεν δύνανται να υπαχθούν σε αυτή. Ειδικά, όμως, στις περιπτώσεις των οφειλών που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α’) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α’) ή σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62 Α’) και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών αποφάσεων, η υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση αποκλείεται όχι μόνο όταν η προηγούμενη ρύθμιση είναι σε ισχύ αλλά και μετά την απώλεια αυτής, εφόσον η απώλεια έλαβε χώρα μετά την κατάθεση του σχεδίου του παρόντος νόμου στη Βουλή, δηλαδή μετά τις 6/5/2019 (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο III γ της παρούσας ενότητας).
-Οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση υπέρ νομικών προσώπων και τρίτων υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 98-109 του ν. 4611/2019.
-Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας/ενός Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.
-Ο οφειλέτης δύναται να επιλέξει να υπαγάγει στη ρύθμιση ορισμένες μόνο από τις προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση για την υπαγωγή υποβάλλεται στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Υπηρεσία. Στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Υπηρεσία υποβάλλεται η αίτηση και στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει ευθύνη για την καταβολή μέρους προαιρετικά εντασσόμενης στη ρύθμιση οφειλής.
ΙΙ. Δικαιούχοι υποβολής αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση
Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής. Στη ρύθμιση δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους όρους:
α) ο πρωτοφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται),
β) τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη, κατά το μέρος της ευθύνης τους. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, δύνανται να υπαγάγουν τις οφειλές αυτές σε πρόγραμμα ρύθμισης που προβλέπεται για το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα με το σύνολο των όρων και προϋποθέσεων της ρύθμισης αυτού, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 101 του ν. 4611/2019 και της κατ’ εξουσιοδότηση σχετικής Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Α.1196/2019 (ΦΕΚ 1762 Β’) (π.χ. διευθύνων σύμβουλος, εφόσον έχει ευθύνη καταβολής για χρέη της Α.Ε. κατά τις κείμενες διατάξεις, μπορεί να ρυθμίσει τα χρέη αυτά σύμφωνα με το πρόγραμμα ρύθμισης που προβλέπεται για τα νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δηλαδή σε έως 24 ή 36 δόσεις).
γ) οι κληρονόμοι αποβιωσάντων οφειλετών, δεδομένου ότι δεν πρόκειται περί συνυπευθυνότητας με τον οφειλέτη αλλά επιμεριστικής ευθύνης καταβολής κατά το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας,
δ) οι οφειλέτες σύζυγοι για φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματά του. Ομοίως και σε περίπτωση άλλων φόρων και τελών που προκύπτουν από κοινή δήλωση.
III. Εξαιρέσεις από την υπαγωγή στη ρύθμιση
α) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
β) Οφειλές οι οποίες, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δεν δύνανται να υπαχθούν σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών, όπως οι οφειλές που προκύπτουν λόγω ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών σε εφαρμογή του άρθρου 22 του ν.4002/2011, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμιστούν σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ.1β του ως άνω άρθρου.
γ) Οφειλές που είχαν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1-17 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α’) ή του άρθρου 51 του ν.4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α’) ή σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (ΦΕΚ 62 Α’) εφόσον οι ανωτέρω ρυθμίσεις απωλέσθηκαν, σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις των οικείων διατάξεων που τις διέπουν, μετά την 6η Μαΐου 2019 (ημερομηνία κατάθεσης στη Βουλή των Ελλήνων του σχεδίου νόμου του ν. 4611/2019).
IV. Ειδικότερα θέματα
Στην περίπτωση οφειλών που έχουν βεβαιωθεί στα Τελωνεία
α) Ρυθμίζονται:
i. οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών
ii. οφειλές που αφορούν πρόστιμα, πολλαπλά τέλη και ποινές για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας
iii. το 30% του ποσού της καταλογιστικής πράξης, το οποίο είναι απαιτητό με την κατάθεση προσφυγής κατά αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 150 του Τελωνειακού Κώδικα.
β) Δεν Ρυθμίζονται:
i. οφειλές, η προηγούμενη καταβολή των οποίων είναι προϋπόθεση για την έκδοση άδειας παράδοσης του εμπορεύματος.
ii. το 50% οφειλής, το οποίο είναι απαιτητό κατά την άσκηση προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 31 του Τελωνειακού Κώδικα.
Επισήμανση:
Διευκρινίζεται ότι, στις περιπτώσεις των καταλογιστικών πράξεων που εκδίδονται στα Τελωνεία με υπόχρεα πρόσωπα πέραν του ενός, οι οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν από τους υπόχρεους -ο καθένας να ρυθμίσει, εφόσον το επιθυμεί, το σύνολο των οφειλών που αφορούν την προσωπική του υποχρέωση – υπό την αίρεση ότι η αλληλέγγυα υποχρέωση του δεν παύει μέχρι την αποπληρωμή της οφειλής από τους λοιπούς οφειλέτες ή αυτούς τους ίδιους.
ΕΝΟΤΗΤΑ Β
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
Ι. Υποβολή αίτησης – Προϋποθέσεις υπαγωγής – Καταβολή δόσεων
Α. Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής, έως και την 30η Σεπτεμβρίου 2019 (Απόφαση Α.1210/2019 ΦΕΚ Β’2091/05.06.2019).
Επισημάνσεις:
– Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986.
– Τυχόν εκκρεμής πίστωση ποσού έως πενήντα (50) ευρώ από καταβολή ή απόδοση που έχει διενεργηθεί πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν εμποδίζει την υποβολή της σχετικής αίτησης μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
– Σε περίπτωση που εκκρεμεί πίστωση ποσού άνω των πενήντα (50) ευρώ, η πίστωση διενεργείται κατά προτεραιότητα και η τυχόν εναπομείνασα οφειλή δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση.
Β. Εξαιρετικά, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η υποβολή της αίτησης ηλεκτρονικά, υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία, ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Επισήμανση:
Κατ’ εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια Υπηρεσία.
Γ. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι η καταβολή τουλάχιστον της πρώτης δόσης εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών.
Τα αποδιδόμενα ποσά, μετά την υποβολή της αίτησης, από συμψηφισμό κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν, από παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη της πρώτης δόσης της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Επισημάνσεις:
– Εφόσον η πρώτη δόση δεν εξοφληθεί εντός της ανωτέρω αποκλειστικής προθεσμίας, ο αιτών μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως τη λήξη της προθεσμίας για υπαγωγή στη ρύθμιση του ν. 4611/2019, ήτοι τις 30.09.2019.
– Δεν υφίσταται περιορισμός ως προς το ύψος της οφειλής, η οποία δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση.
– Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης με την εξόφληση της πρώτης δόσης αυτής. Σημειώνεται ότι, εφόσον τα αποδιδόμενα ποσά από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, συμψηφισμό, παρακράτηση επί αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ δεν έχουν αποδοθεί, επισπεύδεται η απόδοση αυτών εντός της ανωτέρω προθεσμίας των τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης με επιμέλεια του οφειλέτη.
– Τα ήδη αποδοθέντα ποσά κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη της πρώτης δόσης, έστω και αν εκκρεμεί η πίστωσή τους.
ΙΙ. Φορείς είσπραξης
Η καταβολή των δόσεων διενεργείται στους φορείς είσπραξης (όπως συνεργαζόμενες Τράπεζες, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ΕΛ.ΤΑ.), με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής (Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής – Τ.Ρ.Ο.) ή σε υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ. / Ελεγκτικό Κέντρο, Τελωνείο κατά περίπτωση). Ειδικά για τις τελωνειακές οφειλές που υπάγονται σε ρύθμιση η καταβολή διενεργείται με τη χρήση Ταυτότητας Πληρωμής είτε στο αρμόδιο Τελωνείο είτε ηλεκτρονικά.
Επισήμανση:
-Σε περίπτωση που υπάγονται στη νέα ρύθμιση οφειλές οι οποίες τελούσαν σε προηγούμενη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, οι δόσεις της οποίας καταβάλλονταν με εντολή αυτόματης χρέωσης λογαριασμού που τηρείται σε φορέα είσπραξης, ο φορολογούμενος θα πρέπει να απευθυνθεί στο φορέα είσπραξης για την αλλαγή της εντολής.
ΙΙΙ. Αρμοδιότητα
Ως αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση, την τήρηση των όρων της, την απώλεια αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία ορίζεται ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου ή άλλης Υπηρεσίας, ο οποίος είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Στην περίπτωση παράλληλης αρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, αρμόδιος για τα ανωτέρω ορίζεται ο τελευταίος, ανεξαρτήτως του ύψους της ρυθμιζόμενης οφειλής.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Ι. Ευεργετήματα υπέρ του οφειλέτη
Διακανονισμός πληρωμής – Απαλλαγές από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής
Οι βεβαιωμένες οφειλές δύνανται να ρυθμίζονται με καταρχήν άπαξ απαλλαγή ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή με ελάχιστο ποσό δόσης τα τριάντα (30) ευρώ.
Ειδικότερα:
A. Φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους σωματεία και ιδρύματα, με συνολικό εισόδημα κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης, ήτοι τριάντα (30) ευρώ. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα του οφειλέτη (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό για τα φυσικά πρόσωπα και φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο για τα νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, όπως αυτό προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 001 (Φορολογητέα Κέρδη) και από το πεδίο “Λοιπά έσοδα μη φορολογούμενα” του πίνακα 2Β του εντύπου Ν – Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων άρθρου 45 ν.4172/2013) κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ειδικότερα, το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, ως ακολούθως:
Για τμήμα εισοδήματος:
i) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
ii) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
iii) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
iv) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
ν) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
vi) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
vii) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
viii) πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στους οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται, για κάθε έναν από τους γονείς, κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013 και προκύπτουν από τους κωδικούς 003 και 004 του πίνακα 8 του εντύπου Ε1, ως εξής:
i) κατά μία (1) μονάδα για ένα τέκνο,
ii) κατά δύο (2) μονάδες για δύο τέκνα,
iii) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία τέκνα και άνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης, ήτοι τριάντα (30) ευρώ.
Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση για τα ανωτέρω πρόσωπα δεν μπορεί να είναι μικρότερος των δεκαοκτώ (18), με την επιφύλαξη του ελάχιστου ποσού δόσης.
Διευκρινίζεται ότι όσον αφορά στα φυσικά πρόσωπα, το εισοδηματικό κριτήριο που ορίζεται στο άρθρο 98 του ν. 4611/2019 για την υπαγωγή στην ρύθμιση περιλαμβάνει όλα τα ατομικά πραγματικά εισοδήματα φορολογούμενα, απαλλασσόμενα, φορολογούμενα με ειδικό τρόπο ή αυτοτελώς και ανεξάρτητα από το αν τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Δηλαδή, δεν περιλαμβάνονται τα τεκμαρτά εισοδήματα των δαπανών διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθώς και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίου που τυχόν προκύψει (διαφορά μεταξύ τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος που προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα).
Επίσης, στο ατομικό εισόδημα του φορολογούμενου (γονέας) περιλαμβάνεται και το εισόδημα του ανήλικου τέκνου του που προστίθεται και φορολογείται στο όνομα του γονέα με βάση την παρ.4 του άρθρου 11 του ν.4172/2013.
Επιπλέον απαλλαγές από προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής
Εάν ο οφειλέτης, φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής μεγαλύτερης της καταρχάς απαλλαγής κατά ποσοστό 10% που χορηγείται σε όλους τους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, και σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από το φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα.
Ειδικότερα:
α) για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό (20%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
β) για ποσοστό απομείωσης δόσεων τριάντα τοις εκατό (30%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%),
γ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων σαράντα τοις εκατό (40%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%),
δ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων πενήντα τοις εκατό (50%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%),
ε) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εξήντα τοις εκατό (60%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%),
στ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εβδομήντα τοις εκατό (70%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%),
ζ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ογδόντα τοις εκατό (80%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%),
η) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ενενήντα τοις εκατό (90%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%),
θ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
Επισημάνσεις:
– Στις ανωτέρω απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, ήτοι δέκα τοις εκατό (10%).
– Οφειλέτες φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολικό εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ για τους οποίους το πλήθος των δόσεων της ρύθμισης διαμορφώνεται σε μικρότερο των 18 δόσεων με βάση τους σχετικούς κλιμακωτούς συντελεστές υπολογισμού αυτού (π.χ. 16 δόσεις), αλλά, λόγω του ελάχιστου αριθμού δόσεων, τους χορηγείται ρύθμιση 18 μηνιαίων δόσεων, εφόσον επιθυμούν την υπαγωγή σε μικρότερο πλήθος δόσεων απ’ αυτές που τους προτείνει η Φορολογική Διοίκηση, τυγχάνουν επιπλέον απαλλαγής τόκων/προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής σύμφωνα με τα ανωτέρω ποσοστά απομείωσης σε συνάρτηση με το πλήθος δόσεων που αρχικά διαμορφώνεται από τους κλιμακωτούς συντελεστές (π.χ. 16 δόσεις).
Στην περίπτωση που το πλήθος δόσεων που προκύπτει, κατά τον υπολογισμό του ποσοστού απομείωσης του αρχικού πλήθους δόσεων, είναι το ίδιο για διαφορετικά ποσοστά απαλλαγής προσαυξήσεων, ο φορολογούμενος τυγχάνει απαλλαγής λαμβάνοντας υπόψη το μεγαλύτερο ποσοστό απαλλαγής προσαυξήσεων.
– Στην περίπτωση που οι ανωτέρω οφειλέτες (φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα) επιλέξουν σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνουν απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω ποσοστά απομείωσης.
-Αν τα νομικά πρόσωπα/νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών. Σε περίπτωση διακοπής εργασιών μετά την 1.1.2014, λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα του έτους αυτού, όπως αυτό προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 001 (Φορολογητέα Κέρδη) και από το πεδίο “Λοιπά έσοδα μη φορολογούμενα” του πίνακα 2Β του εντύπου Ν (Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων άρθρου 45 ν.4172/2013), ενώ σε περίπτωση διακοπής εργασιών πριν από την 1.1.2014, λαμβάνεται υπόψη αυτό που προκύπτει από τον Κωδικό Αριθμό 820 ή 013 (Σύνολο φορολογούμενου και απαλλασσόμενου εισοδήματος) του εντύπου Φ-01012 (Έντυπο δήλωσης για νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα). Εφόσον το νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών μετά την 31.12.2017, για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017. Τέλος, εφόσον το νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχει προβεί στη διακοπή πριν την 1.1.2013, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων.
– Σε περίπτωση που ο οφειλέτης φυσικό πρόσωπο δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού δόσης.
B. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:
Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης.
Επισήμανση:
– Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες έως είκοσι τέσσερις (24) και άλλες έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται διακριτά.
Ειδικότερα:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως εικοσιτέσσερις (24) δόσεις: αα) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,
εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως είκοσι δύο (22) μηνιαίες δόσεις.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις:
αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) των προσαυξήσεων/τόκων εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,
εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
στστ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις.
Επισήμανση:
– Στις ανωτέρω απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, ήτοι δέκα τοις εκατό (10%).
– Στην περίπτωση που ο οφειλέτης (νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα) επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται.
Επισημάνσεις:
– Σε κάθε περίπτωση αλλαγής προγράμματος ρύθμισης η νέα ρύθμιση λαμβάνει νέα ταυτότητα πληρωμής (Τ.Ρ.Ο.), αποτελεί δε συνέχεια της αρχικής ρύθμισης.
– Η διάρκεια της ρύθμισης των βεβαιωμένων οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου κατόπιν αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής στην είσπραξη δεν δύναται να υπερβαίνει την ημερομηνία παραγραφής, όπως αυτή ορίζεται από το αλλοδαπό δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή οι οφειλές προς το αλλοδαπό δημόσιο δύνανται, με αίτηση που υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία, να ρυθμίζονται με διαφορετική Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής από τις λοιπές οφειλές.
– Με την υπαγωγή ή την εφάπαξ εξόφληση και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος ρύθμισης δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του ΚΦΔ και του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ.
– Οι απαλλαγές διενεργούνται επί των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής των άρθρων 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. και 53 του Κ.Φ.Δ., οι οποίοι υπολογίζονται κατά την είσπραξη, όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση.
ΙΙ. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας
Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση δύναται να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του στη Φορολογική Διοίκηση, μηνιαίας διάρκειας (με παρακράτηση ποσοστού, όπου απαιτείται), εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ. και της κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσας απόφασης ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013 (ΦΕΚ 3398 Β’), όπως ισχύουν.
Επισήμανση:
-Σε έκτακτες περιπτώσεις που για οποιαδήποτε αιτία δεν εμφανίζονται στο πληροφοριακό σύστημα των Δ.Ο.Υ. οι σχετικές πληρωμές, ο αιτών οφείλει να προσκομίζει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. το σχετικό παραστατικό πληρωμής, για την αξιολόγηση του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας.
III. Αναβολή εκτέλεσης ποινής
Με την υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, όπως ισχύει σήμερα, ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα.
IV. Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης
Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης συμμορφώνεται με το πρόγραμμα αυτής και εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, όπως αναφέρονται στις αντίστοιχες Ενότητες της παρούσας, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης εν γένει (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν ήδη επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί παραγγελίες κατάσχεσης, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από τις κατασχέσεις στα χέρια τρίτων καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Με την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
V. Δικαιώματα του Δημοσίου
Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση:
α) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, εφόσον δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του Δημοσίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
γ) να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, στις περιπτώσεις που απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού για είσπραξη χρημάτων από φορείς του Δημοσίου, το οποίο αναγράφεται επί του χορηγούμενου αποδεικτικού ενημερότητας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ΚΦΔ και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ 1274/2013, όπως ισχύουν,
δ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 42 του ΚΦΔ και στο άρθρο 83του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν.
Πηγή: capital